ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΚΑΣΤΕΣ

Εφημερίδα “ΕΘΝΟΣ”, 12/2/2008, σελ. 8

Ανάμεσα στον Υπουργό Δικαιοσύνης και τους δικαστές του Συμβουλίου της Επικρατείας έχει ξεσπάσει τις τελευταίες εβδομάδες μία ιδιότυπη «βεντέτα». Σε σειρά ομιλιών και άρθρων του στον Τύπο ο Υπουργός Δικαιοσύνης κάνει λόγο για «Κράτος των Δικαστών» υποστηρίζοντας ότι η δικαστική εξουσία, ιδίως το Συμβούλιο της Επικρατείας, δεν περιορίζεται πλέον στην εφαρμογή των νόμων και στον έλεγχο της συμφωνίας τους με το Σύνταγμα, αλλά υπεισέρχεται σε πεδία αρμοδιότητας της νομοθετικής εξουσίας, επιχειρώντας να υποκαταστήσει την πολιτική τάξη στη θέσπιση των νόμων και εκφέροντας κρίσεις επί πολιτικών και όχι αποκλειστικά επί νομικών ζητημάτων. Από την άλλη πλευρά, δικαστές του ανώτατου ακυρωτικού δικαστηρίου αλλά και μερίδα του νομικού και πολιτικού κόσμου θεωρούν ότι η Κυβέρνηση επιχειρεί να απαξιώσει το Δικαστήριο και να παρέμβει στη λειτουργία του.

Αφορμή για αυτή την οξεία αντιπαράθεση αποτέλεσαν κατά βάση δύο γεγονότα. Αφ’ ενός η έκδοση μίας καινοφανούς απόφασης του λεγόμενου «φιλοπεριβαλλοντικού» Ε΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας στην υπόθεση του εμπορικού κέντρου «The Mall», όπου γίνεται δεκτό ότι υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις μπορεί να προσβληθεί απευθείας τυπικός νόμος, χωρίς δηλαδή να απαιτείται να έχει εκδοθεί υπουργική απόφαση ή άλλη διοικητική πράξη. Η δεύτερη αφορμή υπήρξε η επιλογή του Υπουργείου Δικαιοσύνης να προχωρήσει στη σύσταση ενός νέου Τμήματος στο Συμβούλιο της Επικρατείας, με αντικείμενο τις διαφορές από δημόσιες συμβάσεις, καθώς και να τεθεί ανώτατο χρονικό όριο παραμονής των δικαστών στο ίδιο δικαστικό Τμήμα, ώστε να ανανεώνεται η σύνθεση των Τμημάτων. Η διοικητική Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας χαρακτήρισε τις δύο αυτές επιλογές ως αντισυνταγματικές, θεωρώντας ότι επιχειρείται να τρωθεί η ανεξαρτησία του Δικαστηρίου και να τιθασευθεί η ενίοτε «ακτιβιστική» νομολογία του, ιδίως σε θέματα προστασίας του περιβάλλοντος.

Η διαμάχη ανάμεσα στην εκάστοτε Κυβέρνηση και στο Συμβούλιο της Επικρατείας υποβόσκει ωστόσο εδώ και πολλά χρόνια. Οι κυβερνώντες θεωρούν ότι το εν λόγω Δικαστήριο παρεμβαίνει υπέρμετρα στο έργο τους, ιδίως σε ζητήματα οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής και μεγάλων έργων, προκαλώντας ανατροπές στην εκάστοτε κυβερνητική πολιτική. Η μομφή αυτή σε ορισμένες περιπτώσεις εμφανίζεται δικαιολογημένη. Το Συμβούλιο της Επικρατείας ενίοτε υπερέβη τον άγραφο κανόνα του «δικαστικού αυτοπεριορισμού» και με πρωτότυπες νομικές κατασκευές υπαγόρευσε στο νομοθέτη και στη διοίκηση πώς να ασκήσουν τις αρμοδιότητές τους.

Όμως σε μία χώρα ακραίας συχνά κρατικής αυθαιρεσίας ή «τυραννίας» της εκάστοτε πλειοψηφίας, ήταν αυτό ακριβώς το Δικαστήριο που είχε την τόλμη να σταματήσει την πλήρη καταστρατήγηση του κοινωνικού και του περιβαλλοντικού κεκτημένου. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι υπήρξε το Δικαστήριο εκείνο που με δημοκρατικό σθένος ύψωσε το ανάστημά του απέναντι στην Χούντα των συνταγματαρχών. Ίσως λοιπόν, εάν οι αποφάσεις του δεν εμφανίζονταν σε κάποιες περιπτώσεις υπέρ το δέον «στρατευμένες», η αναγνώριση της τόσο σημαντικής λειτουργίας του να ήταν ακόμη πιο ευρεία.