Πρώτο Θέμα, 17/06/18
Τη στιγμή που στη χώρα μας ο δημόσιος διάλογος έχει ως επίκεντρο ψευδεπίγραφα ερωτήματα, όπως αν η έξοδος στις αγορές θα είναι «καθαρή» και αν ο ΣΥΡΙΖΑ ανήκει στη σοσιαλδημοκρατική οικογένεια, ο κόσμος διανύει μια περίοδο μετάβασης από την Τρίτη στην Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός, που χαρακτηρίζεται από την είσοδο της πληροφορικής και της αυτοματοποίησης στην επαγγελματική ζωή και συνιστά βασική όψη της Τρίτης Βιομηχανικής Επανάστασης, διευρύνεται περαιτέρω και μεταμορφώνει σταδιακά τις οικονομίες και τις κοινωνίες των ανεπτυγμένων χωρών, αποκαλύπτοντας νέες ευκαιρίες αλλά και απειλές.
Οι καινοτομίες που εισάγονται με την Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση και διαδίδονται ταχύτατα αποτελούν μια τεράστια πρόκληση. Όσοι δεν επιτύχουν να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες− εργαζόμενοι, επιχειρήσεις, επαγγελματικοί κλάδοι, αλλά και ολόκληρα κράτη− κινδυνεύουν να υποβαθμιστούν στον διεθνή καταμερισμό εργασίας ή να περιθωριοποιηθούν.
Η εξάπλωση της ψηφιοποίησης και της αυτοματοποίησης στον τομέα των υπηρεσιών διασταυρώνεται με τους μετασχηματισμούς που συντελούνται στις εργασιακές σχέσεις κατά τη μεταφορντική εποχή. Ευέλικτες μορφές απασχόλησης, νέοι όροι εργασίας, νέοι εργασιακοί κίνδυνοι, μεταμορφώσεις των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης, νέες μορφές οργάνωσης της συνδικαλιστικής δράσης είναι ορισμένες όψεις αυτών των μετασχηματισμών. Η διευρυνόμενη ψηφιοποίηση στην απασχόληση, σε συνάρτηση με τις νέες εργασιακές σχέσεις, διαμορφώνουν ένα νέο τοπίο στον κόσμο της εργασίας, του οποίου τα χαρακτηριστικά δεν έχουν ακόμη διερευνηθεί επαρκώς.
Μπροστά στην Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση, που έχει ήδη ξεκινήσει, ο κόσμος της εργασίας οφείλει να εμφανιστεί προετοιμασμένος και συντεταγμένος. Για την πλειονότητα των εργαζομένων η περαιτέρω εξάπλωση της ψηφιοποίησης και της αυτοματοποίησης θα επιφέρει μείζονες μεταβολές, τόσο ως προς τις συνθήκες και τους όρους εργασίας όσο και ως προς τα δικαιώματα, τη συλλογική εκπροσώπηση και τη διαπραγμάτευση.
Η εντατικοποίηση και συστηματοποίηση της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης και κατάρτισης, η πιστοποίηση νέων δεξιοτήτων, η διαχείριση της εργασιακής επισφάλειας και η τυποποίηση καινοτόμων ενεργητικών πολιτικών απασχόλησης αποτελούν αναγκαίες παρεμβάσεις, που αποσκοπούν στην ομαλή μετάβαση του ανθρώπινου δυναμικού στις νέες συνθήκες, σε όλους σχεδόν τους κλάδους της οικονομίας.
Ο δεύτερος ψηφιακός μετασχηματισμός δεν θα επιφέρει μόνο ανακατατάξεις με αρνητικές επιπτώσεις για τους εργαζόμενους. Αντιθέτως, αποτελεί ταυτόχρονα μια ευκαιρία αναβάθμισης των θέσεων εργασίας, αρκεί να συνοδευθεί από τις ενδεδειγμένες πολιτικές απασχόλησης, ιδίως κατά το μεταβατικό στάδιο προς τη νέα εποχή.
Όσα κράτη δεν ακολουθήσουν τη ραγδαία εξέλιξη προς τη νέα ψηφιακή οικονομία, αναπόφευκτα θα περιθωριοποιηθούν και θα δουν τα δυναμικότερα τμήματα του ενεργού πληθυσμού να μεταναστεύουν. Ήδη το brain drain έχει επιφέρει δυσθεώρητες επιπτώσεις για την οικονομία (και όχι μόνο) της χώρας μας. Το χάσμα που θα δημιουργηθεί ανάμεσα στα ψηφιακά εξελιγμένα κράτη και σε όσα αργούν να ακολουθήσουν θα είναι πολύ βαθύτερο από ό,τι η παραδοσιακή διάκριση μεταξύ ανεπτυγμένων και αναπτυσσόμενων οικονομιών. Το χαμένο έδαφος θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να καλυφθεί.
Χρειάζονται τώρα γενναίες παρεμβάσεις σε όλα τα πεδία δημόσιων πολιτικών, από την εκπαίδευση, την έρευνα και τη δημόσια διοίκηση μέχρι την απασχόληση, την ανάπτυξη, τον πολιτισμό, αλλά και την αμυντική στρατηγική. Ιδίως, όμως, είναι κρίσιμο ο δημόσιος διάλογος να επικεντρωθεί στα ουσιώδη, αντί να κυριαρχείται από επικοινωνιακές τακτικές που αποπροσανατολίζουν την κοινωνία από εκείνα ακριβώς τα ζητήματα που θα καθορίσουν το μέλλον της.