ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΑ ΣΕΝΑΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ

Εφημερίδα “ΕΘΝΟΣ”, 11/5/2010

Είναι αβέβαιο, όπως εκτιμούν κορυφαίοι οικονομολόγοι, εάν η Ελλάδα θα αποφύγει τελικά τη χρεοκοπία. Κατ’ ουσίαν, βέβαια, η χρεοκοπία έχει ήδη συντελεστεί και οι συνέπειές της δεν επιμερίζονται κατά τρόπο δίκαιο στην ελληνική κοινωνία. Δικαιολογημένη εμφανίζεται, λοιπόν, η διογκούμενη οργή των πολιτών και η αναζήτηση ευθυνών, πρωτίστως από την πολιτική τάξη.
Στο πλαίσιο αυτό, οι συνθήκες εμφανίζονται πρόσφορες για να τεθούν υπό αμφισβήτηση τα ίδια τα θεμέλια της οργανωμένης κοινωνικής συμβίωσης, μεταξύ των οποίων το Σύνταγμα, που ρυθμίζει και οριοθετεί την άσκηση της κρατικής εξουσίας με αυξημένη κανονιστική και συμβολική δύναμη. Όταν η οικονομική κρίση αντιμετωπίζεται με όρους αποδόμησης της κοινωνικής συνοχής και εξελίσσεται σε μια απρόβλεπτων διαστάσεων απαξίωση του πολιτικού συστήματος, δεν θα πρέπει να εκπλήσσουν οι φωνές που στρέφονται εναντίον του Συντάγματος και των πολιτειακών συντεταγμένων που αυτό θέτει, είτε προέρχονται από την πλευρά μιας μερίδας της Αριστεράς είτε από μια «πεφωτισμένη» αλλά και λαϊκίζουσα Δεξιά.
Φταίει, ωστόσο, το Σύνταγμα για την υποβάθμιση της ελληνικής πολιτείας; Και, κατ’ επέκταση, πρέπει να συμπεριληφθεί μεταξύ των πρωτοβουλιών για την έξοδο από την πολυδιάστατη κρίση η αναθεώρησή του ή, όπως απαιτούν οι ποικιλώνυμοι τιμητές του, η κατάργησή του και η σύγκληση μιας Συντακτικής Εθνοσυνέλευσης για την παραγωγή νέου Συντάγματος; Πραγματικά, είναι εντυπωσιακό πόσο αβασάνιστα και επιπόλαια ορισμένοι κύκλοι, είτε από πολιτική υστεροβουλία είτε από επιπόλαιο λαϊκισμό και θεσμική απαιδευσία, εμπλέκουν στον περί κρίσεως λόγο ζητήματα που απαιτούν ιδιαίτερη σοβαρότητα.
Τα παιχνίδια με το Σύνταγμα είναι επικίνδυνα. Η ισχύουσα συνταγματική τάξη αποτελεί το θεμέλιο του δημοκρατικού και κοινωνικού κράτους δικαίου, τη σημαντικότερη εγγύηση των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων και το έσχατο καταφύγιο μπροστά σε εκτροπές από το δημοκρατικό πολίτευμα. Απαλλαγμένη από τις συνταγματικές της δεσμεύσεις, μια πολιτική τάξη κατώτερη των περιστάσεων, όπως αποδείχθηκε η ελληνική, θα συρόταν πιθανόν σε πολύ ευρύτερες ανατροπές από αυτές που βιώνουμε.
Το πρόβλημα της ελληνικής πολιτείας δεν εντοπίζεται στο Σύνταγμα, αλλά στον τρόπο που εφαρμόζεται ή, ορθότερα, που δεν εφαρμόζεται. Τόσο οι συνταγματικές διατάξεις περί θεμελιωδών δικαιωμάτων όσο και εκείνες που ρυθμίζουν την οργάνωση του κοινοβουλευτικού συστήματος χαρακτηρίζονται ως εφάμιλλης ή υψηλότερης θεσμικής αποτελεσματικότητας σε σύγκριση με τις αντίστοιχες των Συνταγμάτων των άλλων ευρωπαϊκών κρατών. Αν εξαιρέσουμε ίσως την υπερπροστατευτική συνταγματική ρύθμιση περί ποινικής ευθύνης του πολιτικού προσωπικού, ουδέν ουσιωδώς χρήσιμο θα είχε να κομίσει στην παρούσα συγκυρία μια συνταγματική μεταρρύθμιση.
Αντίθετα, η αμφισβήτηση του Συντάγματος, ως του τελευταίου οχυρού νομιμότητας και νομιμοποίησης της πολιτειακής συμβίωσης, θα μπορούσε να επισωρεύσει δεινά παρόμοια προς τη δοκιμασία των δημοκρατικών θεσμών στην Ευρώπη κατά τον Μεσοπόλεμο. Ας μην ξεχνάμε το ιστορικό παράδειγμα της κατάλυσης του Συντάγματος της Βαϊμάρης, εν μέσω παγκόσμιας οικονομικής κρίσης.