ΕΥΘΡΑΥΣΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Εφημερίδα “ΕΘΝΟΣ”, 16/11/2010

Ήδη πριν ξεκινήσει η οικονομική κρίση, η απαξίωση του πολιτικού συστήματος αποτελούσε αντικείμενο ανοιχτής συζήτησης. Η αύξηση των προτιμήσεων προς το «κόμμα του Κανένα» ήταν εμφανής τόσο σε επίπεδο δημοσκοπήσεων όσο και στις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις. Συνεπώς τα αποτελέσματα των αυτοδιοικητικών εκλογών δεν θα έπρεπε να προκαλέσουν έκπληξη, αφού προέκυψαν όχι μόνον ως προαναγγελθείσα αποσύνθεση της αξιοπιστίας των πολιτικών κομμάτων και του πολιτικού προσωπικού, αλλά ως επίταση αυτής της πολιτικής αποσύνθεσης από την εξάπλωση της οικονομικής κρίσης.
Η άθροιση του ποσοστού της αποχής στις εκλογές της 7ης Νοεμβρίου με το ποσοστό των λευκών και άκυρων ψηφοδελτίων εγγίζει το δυσθεώρητο 50%. Ο ένας στους δύο πολίτες αποδοκιμάζει είτε τα πρόσωπα που απαρτίζουν την πολιτική τάξη είτε το κομματικό σύστημα καθεαυτό είτε ευρύτερα τη σημερινή λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών. Αυτή η ισχυρή αποδοκιμασία συντελέστηκε σε μια εκλογική διαδικασία όπου οι πολίτες καλούνται να επιλέξουν τους αντιπροσώπους τους στις τοπικές κοινωνίες, άρα παραδοσιακά το ενδιαφέρον θεωρείται υψηλότερο σε σύγκριση προς τις ευρωεκλογές, και μάλιστα αμέσως έπειτα από μια μείζονος σημασίας μεταρρύθμιση των αυτοδιοικητικών θεσμών, που επιχειρεί να ενισχύσει τον ρόλο των δήμων και των περιφερειών. Και όλα τα προηγούμενα, παρά το δίλημμα των πρόωρων βουλευτικών εκλογών που έθεσε ο πρωθυπουργός εν μέσω εθνικής χρεοκοπίας.
Δεν είναι όμως μόνο το ποσοστό των αδιάφορων ή εχθρικών προς το πολιτικό και κομματικό σύστημα ψηφοφόρων που αποτυπώνει τα χαρακτηριστικά της κρίσης δημοκρατίας. Τα ποιοτικά στοιχεία των ερευνών κοινής γνώμης αποδεικνύουν ότι οι απέχοντες και οι διαμαρτυρόμενοι με λευκή/άκυρη ψήφο είναι ιδίως νέοι άνθρωποι, μέχρι τριάντα πέντε ετών, χωρίς σταθερή απασχόληση και με χαμηλά εισοδήματα. Το μείγμα καθίσταται λοιπόν εκρηκτικό. Η αποδοκιμασία των κομμάτων και της πολιτικής τάξης δεν εντοπίζεται πλέον στη δυσθυμία για την κρατική αναποτελεσματικότητα, τη διαφθορά, το έλλειμμα αντιπροσώπευσης και την αποξένωση κομμάτων-κοινωνίας, αλλά συναρτάται με πιο απτά γεγονότα και βιώματα, όπως η ανεργία, ο κοινωνικός αποκλεισμός, η οικονομική δυσπραγία, η διάψευση ατομικών προσδοκιών.
Οι πολίτες που απαξίωσαν να συμμετάσχουν στις εκλογές, ως κορυφαία στιγμή των δημοκρατικών θεσμών, είναι εν πολλοίς άνθρωποι οργισμένοι και συνάμα απελπισμένοι. Σε μια συγκυρία όπου η επαπειλούμενη χρεοκοπία απαιτεί τη συλλογική ανασύνταξη, η χώρα βυθίζεται στη μοιρολατρική αναμονή χειρότερων ημερών. Κανένα τμήμα της πολιτικής τάξης δεν έπεισε ότι υποστηρίζει ένα συνεκτικό σχέδιο αναδιάρθρωσης του κράτους και της οικονομίας, με δίκαιη κατανομή των βαρών. Έτσι, οι δημοκρατικοί θεσμοί μοιάζουν ευάλωτοι, εύθραυστοι, στερημένοι από την προστασία και το ενδιαφέρον των πολιτών. Ίσως, όταν πριν από λίγες δεκαετίες η δημοκρατία απειλούνταν από τα τανκς, ο κίνδυνος να ήταν πιο ορατός και άμεσος. Όμως το μόνο αδιέξοδο και η θεμελιωδέστερη διακινδύνευση της δημοκρατίας συνίσταται τελικά στην αδιαφορία και την άρνηση των πολιτών να μετέχουν στα δρώμενα της πολιτείας.