Η ΑΜΥΝΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 16

Εφημερίδα “ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ”, 24/11/2006

Η αναθεώρηση του Συντάγματος, αλλά και ο σχεδιασμός της εκπαιδευτικής πολιτικής, αποτελούν ζητήματα που ουδείς θα διαφωνήσει ότι απαιτούν υπευθυνότητα και διάλογο. Άρα προϋποθέτουν ουσιαστική ενημέρωση. Ο τρόπος που διεξάγεται όμως η σχετική συζήτηση, από την πρώτη στιγμή που τέθηκε το ζήτημα της αναθεώρησης του άρθρου 16, αποδεικνύει τη βαθιά πολιτική ανωριμότητα που χαρακτηρίζει το δημόσιο βίο στη χώρα μας. Φοιτητές και πανεπιστημιακοί προχώρησαν σε κινητοποιήσεις ήδη από τον περασμένο Μάιο και ετοιμάζονται για νέες, με βασικό αίτημα να μην αναθεωρηθεί το άρθρο 16. Η συντριπτική πλειονότητα εξ αυτών αποδεικνύεται ότι δεν το έχει καν αναγνώσει. Πανεπιστημιακός συνάδελφος, λάβρος υπέρ των κινητοποιήσεων, ρωτούσε εμπιστευτικά προ ημερών αν το άρθρο 16 εντοπίζεται σε νόμο, στο Σύνταγμα, περί τίνος τέλος πάντων πρόκειται.
Οφείλουν να γνωρίζουν όλοι Συνταγματικό Δίκαιο και Ευρωπαϊκό Κοινοτικό Δίκαιο; Όχι κατ’ ανάγκην. Όμως οφείλουν και μπορούν, εφόσον θέλουν να προχωρούν σε απεργίες, καταλήψεις, διαδηλώσεις και λοιπές αγωνιστικές κινητοποιήσεις, να έχουν στοιχειωδώς ενημερωθεί. Όπως οφείλει επίσης η πολιτική τάξη να συζητά νηφάλια και να ενημερώνει επί όλων αυτών την κοινωνία. Πόσοι όμως από τους εκπροσώπους της έχουν πλήρη επίγνωση των διακυβευμάτων και πόσοι έχουν καταλάβει τι ακριβώς «παίζεται» με το άρθρο 16;
Με απλά λόγια, το περιβόητο άρθρο 16 του Συντάγματος ρυθμίζει το πλαίσιο οργάνωσης της εκπαίδευσης. Η αναθεώρησή του ουδείς θα διαφωνήσει ότι θα ήταν χρήσιμη για μια σειρά ζητήματα όπως η αναβάθμιση των ΤΕΙ, το υπηρεσιακό καθεστώς των πανεπιστημιακών και η ενίσχυση της πανεπιστημιακής αυτοδιοίκησης. Άρα υπάρχουν κάποιοι λόγοι που συνηγορούν υπέρ της αναθεώρησης του άρθρου 16. Όμως αναμφίβολα το κρισιμότερο ζήτημα εν προκειμένω είναι αν θα επιτραπεί η ίδρυση ιδιωτικών (μη κερδοσκοπικών κατά τις εξαγγελίες των δυο μεγάλων κομμάτων) πανεπιστημίων, πράγμα που σήμερα το άρθρο 16 απαγορεύει. Το αν είναι καλό πράγμα να επιτραπεί η ίδρυση ιδιωτικών μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων δεν θα μας απασχολήσει εδώ. Για την οικονομία της συζήτησης ας δεχθούμε ότι είναι κακό. Ωστόσο μικρή σημασία έχει πλέον αυτό για το εξεταζόμενο θέμα. Και τούτο για τον απλούστατο λόγο ότι στην πράξη το ευρωπαϊκό κοινοτικό δίκαιο ήδη έχει έμμεσα προβλέψει τη λειτουργία τους και στη χώρα μας, μέσω της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ που ρυθμίζει την αναγνώριση της επαγγελματικής ισοτιμίας των τίτλων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Και, όπως απέδειξε η οδυνηρή εμπειρία του «βασικού μετόχου», το Σύνταγμά μας υποχωρεί μπροστά στο κοινοτικό δίκαιο.
Τι συνεπάγονται όλα αυτά; Κάτι πολύ σαφές: Ότι αν θέλουμε να τεθεί ένας φραγμός, ένα πλαίσιο λειτουργίας για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, που ιδίως με τη μέθοδο του franchising έχουν ήδη κατακλείσει τη χώρα μας, οφείλουμε να αναθεωρήσουμε το άρθρο 16, για να διασφαλιστεί ότι τα ιδιωτικά πανεπιστήμια δεν θα είναι ξέφραγο αμπέλι του κάθε επιτήδειου επιχειρηματία-σχολάρχη. Σε τελική ανάλυση το κρίσιμο κριτήριο για τη λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων είναι με ποια μορφή μπορεί να διασφαλιστεί η συμβατότητά τους με την ακαδημαϊκή ελευθερία, άρα κατ’ επέκταση η κατοχύρωση της αυτοδιοίκησής τους και η υποταγή της επιχειρηματικής λογικής σε αυτήν. Η ακαδημαϊκή ελευθερία και η πανεπιστημιακή αυτοδιοίκηση αποτελούν συνταγματικά κατοχυρωμένα συστατικά στοιχεία, καταστατικού χαρακτήρα, κάθε πανεπιστημιακού ιδρύματος.
Η δαιμονοποίηση των ιδιωτικών Α.Ε.Ι. εκτρέπει το διάλογο από τα προβλήματα του δημόσιου πανεπιστημίου, τους κινδύνους σταδιακής λειτουργίας του με ιδιωτικοοικονομικές στρατηγικές και τη γενικότερη απίσχνανση της εκπαιδευτικής ισονομίας. Με γνώμονα λοιπόν τις συνταγματικές αρχές της ελεύθερης διακίνησης των ιδεών και της ελευθερίας της επιστήμης απαιτείται, ενόψει της έμμεσης αλλά κρίσιμης παρέμβασης του κοινοτικού νομοθέτη, να αποσαφηνιστεί ρητά στο Σύνταγμα η δυνατότητα ίδρυσης ιδιωτικών φορέων ανώτατης εκπαίδευσης, θέτοντας ωστόσο αυστηρές εγγυήσεις ως προς τη μορφή χρηματοδότησης, την αξιοκρατική πρόσβαση, τη λειτουργία τους υπό κρατικό έλεγχο και, ιδίως, τη διασφάλιση της ακαδημαϊκής ελευθερίας.