Dnews, 18.6.2025
Με τον ν. 5079/2023 ( άρθρο 116 παρ. 2) καταργήθηκε η μοριοδότηση του διδακτορικού τίτλου σπουδών ως τυπικού προσόντος στη διαδικασία επιλογής Υπηρεσιακών Γραμματέων των Υπουργείων και απλώς «συνεκτιμάται» κατά την αξιολόγηση στη διαδικασία της συνέντευξης των προκρινόμενων υποψηφίων. Έτσι ένας/μία υποψήφιος/-α με μεταπτυχιακό λαμβάνει μόρια, ενώ ένας/μία κάτοχος διδακτορικού, με ελάχιστο κύκλο σπουδών 3–5 ετών, μηδενίζεται στην ίδια κατηγορία.
Με αυτό τον τρόπο ανατρέπονται οι οι αρχές της ακαδημαϊκής ιεραρχίας και της αξιοκρατίας, πλήττοντας την εκπαιδευτική και τη θεσμική υπόσταση του διδακτορικού τίτλου ως του ανώτατου τίτλου σπουδών. Παράλληλα αποθαρρύνεται η ερευνητική και επιστημονική ενασχόληση, καθώς αφαιρεταιί κάθε λειτουργική αξία από την κατοχή του τίτλου στις διαδικασίες στελέχωσης του Δημοσίου. Η ρύθμιση αντίκειται στις αρχές της αξιοκρατίας και της διαφάνειας και συνιστά ένα πρωτοφανές πλήγμα στην αναγνώριση της ερευνητικής προσπάθειας που καταβάλλεται στα Πανεπιστήμια. Η κυβέρνηση, χωρίς καμία ακαδημαϊκή ή διοικητική τεκμηρίωση, προκειμένου να διευκολυνθεί η επιλογή ” ημετέρων” αποφάσισε να απαλείψει έναν κανόνα που ίσχυε για δεκαετίες σε όλους τους διαγωνισμούς του ΑΣΕΠ και του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Η προηγούμενη αντισυνταγματική ρύθμιση συμπληρώνει μία παρεμφερούς λογικής νομοθετική “μεταρρύθμιση” της κυβέρνησης: Με τον ν. 4957/2022 (άρθρο 173) προβλέφθηκε για πρώτη φορά ρητή απαγόρευση στους δημόσιους υπαλλήλους που κατέχουν διδακτορικό τίτλο να αποκτούν ακαδημαϊκή εμπειρία, ως ουσιαστικό και τυπικό προσόν για τη κάλυψη θέσεων Δ.Ε.Π. Έτσι αποκλείεται η συμμετοχή επιστημόνων υψηλών προσόντων στη διδασκαλία, δημιουργούνται συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού και τίθεται εκτός συστήματος πανεπιστημιακής εξέλιξης ένα μεγάλο μέρος κατόχων διδακτορικών τίτλων επειδή εργάζονται στον δημόσιο τομέα.
Ο Συνήγορος του Πολίτη με γνωμοδότησή του (331145/11654/06-03-2023) κάλεσε το Υπουργείο Παιδείας να αφαιρέσει την ως άνω κατηγορία από τα εξαιρούμενα πρόσωπα, ώστε να διασφαλιστούν ισότιμες και δίκαιες προοπτικές πρόσβασης σε θέσεις διδακτικού προσωπικού στα Πανεπιστήμια, με βάση την αξία και ικανότητα των υποψηφίων. επιπλέον, όπως επισημαίνεται και σε έκθεση της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής (5.3.2024), το γεγονός ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι που κατέχουν διδακτορικό στερούνται τη δυνατότητα απόκτησης της απαιτούμενης ακαδημαϊκής εμπειρίας για τη διεκδίκηση θέσεων Δ.Ε.Π. παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας και αποτελεί άνιση μεταχείριση έναντι επιστημόνων του ιδιωτικού τομέα.
Οι προηγούμενες νομοθετικές παρεμβάσεις της κυβέρνησης είναι αντίθετες προς το Σύνταγμα, υπονομεύουν την αξιοκρατία στη δημόσια διοίκηση και πλήττουν τα Πανεπιστήμια, τα οποία στερούνται υψηλής κατάρτισης προσωπικού με εμπειρία σε δημόσιες πολιτικές. Επιπλέον, έρχεται σε αντίθεση με τις αρχές κινητικότητας, διασύνδεσης με την κοινωνία και ενίσχυσης της εφαρμοσμένης γνώσης τις οποίες διακηρύσσουν οι στρατηγικές ανάπτυξης των Α.Ε.Ι.