Η ΧΑΜΕΝΗ ΤΙΜΗ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

Εφημερίδα “ΕΘΝΟΣ”, 30/12/2008

Οι δυσλειτουργίες της Ελληνικής Αστυνομίας έχουν προκαλέσει την αγανάκτηση της κοινωνίας. Από την περίφημη υπόθεση της «ζαρντινιέρας» και τις αθλιότητες εις βάρος μεταναστών, μέχρι τη δολοφονία του δεκαπεντάχρονου μαθητή, η περιπτωσιολογία περιλαμβάνει επαναλαμβανόμενα επεισόδια κατάχρησης εξουσίας και κακουργηματικών πράξεων. Για όλα αυτά η Ελλάδα έχει κατ’ επανάληψη καταδικαστεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Κυριότερα αίτια της αστυνομικής εγκληματικότητας είναι η κακή διοικητική οργάνωση, η ανεπαρκής εκπαίδευση, η καλλιέργεια εξουσιαστικών συνδρόμων, οι περιορισμένοι εξωτερικοί μηχανισμοί ελέγχου, οι συχνά απαράδεκτες συνθήκες εργασίας, οι χαμηλές αμοιβές που οδηγούν σε παράλληλη απασχόληση, η διαρκής έκθεση σε κινδύνους χωρίς σοβαρή ψυχολογική υποστήριξη, τα στερεότυπα που συνεπάγονται την κοινωνική απαξία.
Η χώρα μας έχει βαρύ ιστορικό παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, με αποτέλεσμα η εικόνα της αστυνομίας να συνδεθεί, στο συλλογικό υποσυνείδητο, με τον κρατικό αυταρχισμό. Αυτό το βάρος επιχειρήθηκε να μετριαστεί, ιδίως μετά το 1981, με τον εκδημοκρατισμό των σωμάτων ασφαλείας. Κάθε παρέκκλιση αστυνομικού οργάνου αρκεί όμως για να επανέρχεται στο προσκήνιο η αρνητική φόρτιση. Οταν λοιπόν η Αστυνομία συγκρούεται με τους «κουκουλοφόρους», που καταστρέφουν αδιακρίτως δημόσια και ιδιωτική περιουσία, ο λεγόμενος «προοδευτικός» λόγος φαίνεται ενίοτε προδιατεθειμένος εναντίον της Αστυνομίας.
Κάθε συμψηφισμός θα ήταν απαράδεκτος. Ο ρόλος της Αστυνομίας είναι να προστατεύει τα θεμελιώδη δικαιώματα, πρωτίστως τη ζωή, την ασφάλεια και την περιουσία όσων βρίσκονται στην ελληνική επικράτεια, και όχι να σκοτώνει, να εκβιάζει ή να βασανίζει. Είναι σήμερα επιβεβλημένη η εκ βάθρων ανασυγκρότησή της, η καλλιέργεια μιας νέας διοικητικής κουλτούρας και η αποβολή από τις τάξεις της όσων αντιλαμβάνονται το λειτούργημά τους με όρους Άγριας Δύσης.
Από την άλλη πλευρά, η ελληνική κοινωνία δεν αρμόζει να απαξιώνει συλλήβδην τον ρόλο της αστυνομίας και τους φορείς της, όχι μόνο επειδή υποκατάστατο για την προστασία από το έγκλημα δεν έχει ακόμη εφευρεθεί, αλλά και διότι είναι άδικο να στιγματίζεται το σύνολο των αστυνομικών.
Ενα αστυνομικό σώμα με υποβαθμισμένο κύρος, στελεχωμένο με αστυνομικούς των 800 ευρώ, που λοιδορούνται σε καθημερινή βάση, συγκροτεί μια κρατική υπηρεσία αναποτελεσματική, αλλά και ευάλωτη σε φαινόμενα παρέκκλισης. Άλλωστε, η Αστυνομία δεν αποτελεί παρά τμήμα της γενικότερα δυσλειτουργούσας κρατικής μηχανής, υπό τον υποτυπώδη έλεγχο μιας πολιτικής τάξης ασθμαίνουσας και μιας κοινωνίας που συγκαλύπτει τις ενοχές της κατασκευάζοντας συμβολικούς εχθρούς. Είτε οι εχθροί αυτοί ονομάζονται «μετανάστες», για την άκρα Δεξιά, είτε «μπάτσοι», για μεγάλο τμήμα της Αριστεράς, η ιδεοληπτική τύφλωση είναι παρεμφερής.
Επικεντρώνοντας την κριτική στην Αστυνομία ξεχνάμε, εν τέλει, ότι για τα εκρηκτικά ελλείμματα στην κοινωνική και εκπαιδευτική πολιτική, για την ακρίβεια και την ανεργία, είναι κάποιοι άλλοι υπεύθυνοι. Ας μην υποβαθμίζονται οι ευθύνες των κρατούντων με τη μετάθεσή τους σε ένα τμήμα της πολιτείας που μόνο «ελίτ» δεν μπορεί να χαρακτηριστεί.