ΚΡΙΣΙΜΕΣ ΕΠΙΛΟΓΕΣ

Εφημερίδα “ΕΘΝΟΣ”, 17/11/2009

 

Το «έτος μηδέν» για το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης φαίνεται πως είναι πολύ πιο κοντά από ό,τι προβλεπόταν. Η μέρα που τα ασφαλιστικά ταμεία δεν θα μπορούν να καλύψουν τις υποχρεώσεις τους -ιδίως συντάξεις και δαπάνες υγείας- δεν απέχει περισσότερο από μια πενταετία, όπως προκύπτει από πρόσφατες, έγκυρες έρευνες. Την ίδια ώρα το υψηλό έλλειμμα και το δυσθεώρητο δημόσιο χρέος καθιστούν δυσχερέστατη την κάλυψη των ελλειμμάτων του ασφαλιστικού συστήματος από τον κρατικό προϋπολογισμό, δεδομένου άλλωστε ότι πρακτικά η οικονομία τελεί ήδη σε καθεστώς επιτήρησης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Οι συναρμόδιοι υπουργοί Οικονομικών και Εργασίας έχουν αντιληφθεί την έκταση και την ένταση του προβλήματος. Οι μεσοπρόθεσμες δημοσιονομικές εξελίξεις συναρτώνται πρωτίστως από την αντιμετώπιση του ασφαλιστικού. Η απερίσκεπτη διαχείριση και αυτού του πεδίου από την προηγούμενη Κυβέρνηση, αλλά και οι έκνομες επιλογές της όπως τα δομημένα ομόλογα, σε συνδυασμό με τη διεθνή οικονομική κρίση, τον εκτροχιασμό όλων των οικονομικών μεγεθών και τη ραγδαία αύξηση της ανεργίας, αποκάλυψαν μια εφιαλτική πραγματικότητα. Μπροστά σε αυτά τα δεδομένα είναι επιβεβλημένο να ληφθούν άμεσα αποφάσεις για την αναδιάρθρωση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης και, ευρύτερα, των πολιτικών απασχόλησης και κοινωνικής προστασίας.
Κρίσιμο ερώτημα, ωστόσο, δεν είναι μόνο το πώς θα διασωθεί η δημόσια ασφάλιση στη χώρα μας, αλλά και ποιος θα πληρώσει τις αλλαγές. Θα επιλεγεί, δηλαδή, εν μέσω ενός διαχεόμενου πανικού για το μέλλον της ασφάλισης, να εισαχθούν αυξήσεις στα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης, μείωση των παροχών, συρρίκνωση της αναδιανεμητικής λειτουργίας του συστήματος και αύξηση των εισφορών των εργαζομένων; Ή θα επιχειρηθεί ο εξορθολογισμός του συστήματος χωρίς μείζονες κοινωνικές επιπτώσεις; Και κατά πόσον εμφανίζεται εφικτή η δεύτερη αυτή επιλογή, χωρίς ταυτόχρονα να μεταφερθεί ακόμη μεγαλύτερη επιβάρυνση και ρίσκο στις μελλοντικές γενιές, με αποτέλεσμα να καταρρεύσει ολοκληρωτικά η αλληλεγγύη μεταξύ των γενεών, ως συστατικό στοιχείο συστημάτων με διανεμητικό χαρακτήρα όπως το ελληνικό;
Ωστόσο, πριν από οποιαδήποτε παραμετρική μεταβολή με μείζονες κοινωνικές επιπτώσεις, η πολιτεία οφείλει να λάβει μέτρα για να ενισχύσει τη χρηματοδοτική ικανότητα του ασφαλιστικού συστήματος, επιχειρώντας τομές σε τέσσερα επίπεδα: Πρώτον, αποτελεσματική καταπολέμηση της εισφοροδιαφυγής και της εισφοροαποφυγής. Δεύτερον, αξιοποίηση της περιουσίας των ασφαλιστικών φορέων, που σήμερα παρουσιάζει εξαιρετικά χαμηλή απόδοση. Τρίτον, έλεγχος των εξοργιστικών, περιττών δαπανών υγείας, που διογκώνονται από συγκεκριμένες συντεχνίες και ιδιωτικά συμφέροντα. Τέταρτον, προώθηση νέων πολιτικών απασχόλησης και εισδοχή όλων των μορφών εργασίας στην κοινωνική ασφάλιση.
Μόνον εφόσον επιτευχθεί εξορθολογισμός στη λειτουργία του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, μπορεί να θεωρηθεί πολιτικά και κοινωνικά νομιμοποιημένη οποιαδήποτε επιδείνωση της θέσης των ασφαλισμένων. Για τη συντριπτική πλειονότητα των συνταξιούχων το εισόδημά τους δεν αρκεί σήμερα για να διαβιούν με αξιοπρέπεια. Για τον διαρκώς αυξανόμενο στρατό των ανέργων η μέριμνα της πολιτείας είναι πενιχρή. Για τον μέσο εργαζόμενο το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης δεν προσφέρει πλέον καμία αίσθηση ασφάλειας. Η αξιοπιστία της νέας Κυβέρνησης δεν εξαρτάται λοιπόν αποκλειστικά από τη διαχείριση της δημοσιονομικής εκτροπής, αλλά εξίσου από τη διασφάλιση βασικών εγγυήσεων κοινωνικής προστασίας.