Dnews 10.6.2025
Η σημερινή απόφαση του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου (ΑΕΔ) είναι θεμελιωμένη σε μία εσφαλμένη παραδοχή, δηλαδή στην εξαπάτηση του εκλογικού σώματος επειδή είχε υποκρυπτόμενο αρχηγό τον καταδικασμένο για εγκληματική οργάνωση Ηλία Κασιδιάρη. Όμως στο Εφετείο πριν από περίπου ένα μήνα, στις 14 Μαίου, οι βουλευτές των Σπαρτιατών ορθά με βάση τον Ποινικό Κώδικα είχαν αθωωθεί με το σκεπτικό ότι “δεν αποδείχθηκε από κανένα στοιχείο παραπλάνηση κάποιου εκλογέα, δεν υπάρχουν στοιχεία εκλογέων ή έστω ο αριθμός των εκλογέων που υποτίθεται εξαπατήθηκαν”.
Τι προβλέπει το άρθρο 162 του Ποινικού Κώδικα για την εξαπάτηση εκλογέων; “Όποιος με ψευδείς ειδήσεις ή συκοφαντικές διαδόσεις που ανάγονται στο πρόσωπο κάποιου υποψηφίου ή με άλλο τρόπο εξαπατά εκλογέα είτε για να μην ασκήσει εκλογικό του δικαίωμα, είτε για να μεταβάλλει το εκλογικό του φρόνημα σε κάποια από τις εκλογές που αναφέρονται στο άρθρο 161 τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών και με χρηματική ποινή.” Άλλωστε, αμφέβαλλε οποιοσδήποτε ψηφοφόρος των Σπαρτιατών ότι το κόμμα που ψήφιζε είχε την αμέριστη, δημόσια στήριξη του Κασιδιάρη και ότι στο ψηφοδέλτιό του είχαν τοποθετηθεί πρωτοπαλίκαρά του στο κόμμα Ελληνες που είχε αποκλειστεί με απόφαση του Αρείου Πάγου;
Σημειωτέον ότι το ΑΕΔ είχε καθυστερήσει την απόφασή του ακριβώς επειδή εκκρεμούσε η υπόθεση στο Εφετείο, αλλά τελικά την αγνόησε. Αντίθετα, το ΑΕΔ θα μπορούσε να θεμελιώσει ορθά την απόφασή του αν αντί για την “εξαπάτηση των εκλογέων” δεχόταν με βάση τον φάκελο της υπόθεσης και τα πραγματικά περιστατικά, ότι ο Κασιδιάρης ήταν ο πραγματικός αρχηγός του κόμματος, αυτός που λάμβανε τις κρίσιμες αποφάσεις. Αυτό δεν έχει να κάνει με εξαπάτηση ψηφοφόρων, αλλά με τη συμμετοχή στην ηγεσία κόμματος προσώπου με τις ποινικές καταδίκες του Κασιδιάρη.
Η απόφαση του ΑΕΔ είναι εσφαλμένη και για έναν ακόμη λόγο, ως προς το σκέλος της που αφορά την μη κάλυψη των τριών εδρών που κενώθηκαν. Το Δικαστήριο ούτε παραχωρεί τις τρεις έδρες σε άλλα κόμματα που διαθέτουν εκλογικά υπόλοιπα ούτε διατάσσει τη διεξαγωγή εκλογών στις επίδικες εκλογικές περιφέρειες.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι με ποιες πλειοψηφίες θα λαμβάνονται πλέον οι αποφάσεις στη Βουλή. Ήδη γίνεται πολύς λόγος επ’ αυτού, όμως την απάντηση δίνει σαφώς, όπως εξηγούμε και στο πρόσφατο Εγχειρίδιο Συνταγματικού Δικαίου (Σπ. Βλαχόπουλος/Ξεν. Κοντιάδης, εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη 2025), ο Κανονισμός της Βουλής, όπου προβλέπεται ότι όπoυ τo Σύνταγμα ή o Kανoνισμός oρίζoυν πoσoστό Boυλευτών, είτε για την υπoβoλή αίτησης ή πρότασης είτε για τη λήψη απόφασης είτε για oπoιoνδήπoτε άλλo σκoπό, τo πoσoστό αυτό υπoλoγίζεται με βάση τo συνoλικό αριθμό των βoυλευτών της Oλoμέλειας ή τoυ Tμήματoς διακοπής των εργασιών. Επίσης, ο Κανονισμός της Βουλής προβλέπει ότι όπου τo Σύνταγμα ή o Kανoνισμός απαιτεί την απόλυτη πλειoψηφία τoυ όλoυ αριθμoύ των βoυλευτών για τη λήψη απόφασης, η πλειoψηφία αυτή υπoλoγίζεται με βάση τo συνoλικό αριθμό των εδρών της Boυλής.
Yπάρχει όμως μία άλλη κρίσιμη διάσταση ως προς τις επιπτώσεις της απόφασης: Ότι πλέον οι Σπαρτιάτες μένουν με δύο βουλευτές, άρα δεν διαθέτουν κοινοβουλευτική ομάδα. Αυτό σημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι δεν θα εκπροσωπούνται στη Διάσκεψη των Προέδρων, η οποία κατά το Σύνταγμα είναι αρμόδια για την επιλογή των μελών των ανεξάρτητων αρχών, διευκολύνοντας έτσι την κυβερνώσα πλειοψηφία να ορίσει νέους προέδρους στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και στην Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών, των οποίων οι (αδέκαστοι) πρόεδροι Κ. Μενουδάκος και Χ. Ράμμος παραιτήθηκαν τις προηγούμενες ημέρες.
Μία τελευταία παρατήρηση: Μετά από δύο χρόνια στο Κοινοβούλιο, τρεις από τους βουλευτές των Σπαρτιατών εξέπεσαν. Αποτελεί αυτό νίκη του δημοκρατικού κράτους δικαίου; Θα συμβάλλει στην απαξίωση της Ακροδεξιάς ή κρυπτονεοναζιστικών μορφωμάτων; Πολύ φοβάμαι ότι κάτι τέτοιο δεν θα συμβεί…