ΤΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΤΟΥ ΦΟΒΟΥ ΖΕΙ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Συνέντευξη στην εφημερίδα “ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΛΑΡΙΣΑΣ”, 18/04/2010

* Σε ένα από τα τελευταία σας βιβλία γράφετε πως τα ελληνικά πολιτικά κόμματα ακολούθησαν την πορεία των κομμάτων στις σύγχρονες αντιπροσωπευτικές δημοκρατίες, μετατρεπόμενα σταδιακά σε αποϊδεολογικοποιημένους, αυτο-αναφερόμενους μηχανισμούς, που εφαρμόζουν πολυσυλλεκτικές εκλογικές τακτικές και μετασχηματίζονται από κόμματα μαζών σε «κόμματα του κράτους». Σε σχέση και με αυτά που χαρακτηρίζουν πλέον την ελληνική οικονομία έχετε να προσθέσετε σε όλα αυτά κάτι παραπάνω;
– «Η πολιτική ηγεμονία του ΠΑΣΟΚ είναι σήμερα αναμφισβήτητη. Ο Γιώργος Παπανδρέου έπεισε την ελληνική κοινωνία ότι προσφέρει τη μόνη αξιόπιστη λύση για το μέλλον της χώρας. Η Νέα Δημοκρατία φαίνεται πως θα απαιτηθεί μακρύς πολιτικός χρόνος μέχρι να επιτύχει την κομματική της ανασυγκρότηση και να αρθρώσει ισχυρό αντιπολιτευτικό λόγο. Είναι προφανές ότι ούτε η ηγεσία Σαμαρά έχει ακόμη σταθεροποιηθεί ούτε η Νέα Δημοκρατία πρόκειται μεσοπρόθεσμα να αποτελέσει εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης.
Από την πλευρά της Αριστεράς, ο ΣΥΡΙΖΑ διανύει μια παρατεταμένη περίοδο εσωστρέφειας, κινούμενος στα όρια της διάσπασης, ενώ το ΚΚΕ παραμένει προσκολλημένο σε μια εξωσυστημική ιδεολογική πλατφόρμα, που διασφαλίζει την κομματική του αναπαραγωγή, χωρίς όμως να επιτρέπει ανοίγματα σε ευρέα κοινωνικά στρώματα. Στον αντίποδα, ο ΛΑΟΣ ωθείται σταδιακά σε έναν πολιτικό λόγο «δεξιότερο της Δεξιάς», προκειμένου να αποτρέψει τη διαρροή ψηφοφόρων προς τη Νέα Δημοκρατία, που στη μετακαραμανλική της φυσιογνωμία τείνει να εγκαταλείψει τη ρητορεία περί μεσαίου χώρου υπέρ μιας πιο παραδοσιακής, εθνοπατριωτικής και λαϊκίστικης αντίληψης.
Όλα τα προηγούμενα συνθέτουν ένα κομματικό τοπίο εντελώς διαφορετικό από αυτό που αποτυπωνόταν μέχρι πριν από έναν περίπου χρόνο. Κι όμως, παρά την πρόσφατη, ευρύτατη εκλογική κατίσχυση του ΠΑΣΟΚ και την πλήρη εσωκομματική επικράτηση του ηγέτη του, οι πολίτες εμφανίζονται να αποδέχονται μεν τα σκληρά μέτρα, όμως δυσπιστούν ως προς την ικανότητα της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση.
Η ελληνική κοινωνία βιώνει τους τελευταίους μήνες ένα σύνδρομο διογκούμενου φόβου. Φόβου για τη χρεοκοπία της οικονομίας και τον εγκλωβισμό της χώρας σε καθεστώς διεθνούς κηδεμονίας, για τη γεωμετρική αύξηση της ανεργίας, για απροσδιόριστης έκτασης και επιπτώσεων φορολογικές επιβαρύνσεις όλων των κοινωνικών στρωμάτων, ιδίως των μεσαίων. Φόβου για την κατάρρευση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, για τη μείωση του πραγματικού εισοδήματος, για τη συνολική αποδιάρθρωση του μοντέλου ανάπτυξης αλλά και των κρατικών μηχανισμών».

* Εκτιμάτε πως το στοίχημα για τη σημερινή κυβέρνηση είναι η αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, η αναδιοργάνωση του κράτους, να προωθήσει τις αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές, να καταπολεμήσει τη διαφθορά, να ανακόψει το κύμα ανεργίας και συρρίκνωσης των εισοδημάτων; Έρευνες όμως της κοινής γνώμης δείχνουν πως κυριαρχούν η απελπισία και οι δυσμενείς προγνώσεις για το μέλλον ιδίως μεταξύ των νέων, έναντι της ελπίδας και της αισιοδοξίας. Υπάρχουν λύσεις για όλα αυτά;

– «Ο πρωθυπουργός δεν είναι μάγος, για να μεταβάλει τους όρους του παιχνιδιού σε λίγους μήνες. Οι καθυστερήσεις στη στελέχωση του κρατικού μηχανισμού και στην παραγωγή κυβερνητικού και νομοθετικού έργου δικαιολογούνται, σε σημαντικό βαθμό, από το αίτημα για διαφάνεια, διαβούλευση και επιδίωξη κοινωνικής συναίνεσης, που εισάγουν στη χώρα μας μια νέα, πρωτοποριακή κουλτούρα πολιτικής ηγεσίας και κυβερνητικής πράξης. Όμως, το έλλειμμα ελπίδας στην ελληνική κοινωνία διογκώνεται. Χωρίς έστω μια χαραμάδα ελπίδας, η επιβολή των αναγκαίων μέτρων σταθεροποίησης της οικονομίας δεν θα οδηγήσει παρά σε κοινωνικές εκρήξεις και πολιτική αποσταθεροποίηση. Οφείλει λοιπόν η κυβέρνηση να ανατρέψει την «ψυχολογία της κρίσης» και να αναδείξει, πειστικά, με ποιες ακριβώς παρεμβάσεις θα επιφέρει συγκεκριμένα αποτελέσματα, όχι μόνο με όρους οικονομικών αλλά ιδίως κοινωνικών δεικτών, και σε ποιο χρονικό διάστημα».
* Είκοσι χρόνια μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου, εκτιμάτε πως οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έχουν ενεργήσει ώστε να αντιμετωπίσουν τις καταπατήσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων εναντίον μεταναστών, των αιτούντων άσυλο, των κρατουμένων και μειονοτήτων; Ενώ αν και η πτώση του τείχους του Βερολίνου συμβόλισε το άνοιγμα των συνόρων, η χαρακτηριστική απάντηση της Ευρώπης στις προκλήσεις της μετανάστευσης είναι σήμερα η μετατροπή της ηπείρου σε φρούριο;
– «Στα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη η ιδεολογική και πολιτική προσέγγιση του μεταναστευτικού φαινομένου από το κομματικό σύστημα αποτελεί το καθοριστικότερο κριτήριο για την ταξινόμηση ενός πολιτικού κόμματος στο χώρο της αντισυστημικής, άκρας Δεξιάς. Για παράδειγμα, στη Γαλλία οι ρατσιστικές-ξενοφοβικές θέσεις εναντίον της ενσωμάτωσης και αναγνώρισης βασικών δικαιωμάτων των μεταναστών έχουν απομονωθεί από τα κόμματα εξουσίας, όπως βέβαια και από την Αριστερά, ως επικίνδυνες και αντίθετες προς τον ευρωπαϊκό πολιτικό πολιτισμό. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι ο Σαρκοζί θα χαρακτηριζόταν «ανοιχτός» ή προοδευτικός ως προς το μεταναστευτικό, όμως δεν θα μπορούσε να εξασφαλίσει πλειοψηφικό ρεύμα στη γαλλική κοινωνία εάν δεν υποστήριζε πολιτικές ενσωμάτωσης και διασφάλισης των δικαιωμάτων, ιδίως της δεύτερης γενιάς μεταναστών.
Δεν χωρεί σήμερα αμφιβολία ότι η ελληνική οικονομία και κοινωνία θα κλυδωνίζονταν χωρίς τη συνεισφορά των μεταναστών, κυρίως σε αγροτικές, οικοδομικές ή οικιακές εργασίες. Ταυτόχρονα, σημαντικό τμήμα της ελληνικής υπαίθρου θα αποψιλωνόταν εάν δεν είχαν εγκατασταθεί μετανάστες σε παραγωγικές ηλικίες. Με αυτά τα δεδομένα, το πολιτικό δίλημμα στο μεταναστευτικό πρόβλημα είναι ξεκάθαρο. Θέλουμε οι άνθρωποι που φροντίζουν τα παιδιά και τους ηλικιωμένους γονείς μας και αναλαμβάνουν τις πιο «άχαρες» εργασίες να ενσωματωθούν στην ελληνική κοινωνία ή επιλέγουμε να ζουν ως απόβλητοι, περιθωριοποιημένοι και γκετοποιημένοι; Θα ζημιωνόταν η χώρα μας εάν κατοχυρωνόταν για τους μετανάστες δεύτερης γενιάς το δικαίωμα να αποκτήσουν, υπό εύλογες προϋποθέσεις, την ελληνική ιθαγένεια; Μήπως η συμμετοχή στις δημοτικές εκλογές αποτελεί τελικά στοιχειώδες δικαίωμα για ανθρώπους που έδωσαν ζωή σε εγκαταλελειμμένους δήμους;
Όσοι ποντάρουν σε κρυπτορατσιστικά και ξενοφοβικά σύνδρομα για να αντλήσουν εκλογικά οφέλη, σε κάθε σύγχρονη πλουραλιστική δημοκρατία απομονώνονται πολιτικά. Αποτελεί ένα μεγάλο στοίχημα εάν θα συμβεί κάτι παρόμοιο και στη χώρα μας».

* Πιστεύετε πως η Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διευθυντήριό της ενδιαφέρονται για οικονομική σταθερότητα και ανάπτυξη χωρίς κοινωνικό πρόσωπο;
– «Οι Ευρωπαίοι ηγέτες και οι αξιωματούχοι των κοινοτικών οργάνων πιέζουν την ελληνική κυβέρνηση να εφαρμόσει άμεσα μέτρα σκληρής λιτότητας, εις βάρος των εισοδημάτων των εργαζομένων, ιδίως των μεσαίων στρωμάτων, ως προϋπόθεση για να εκδηλωθεί η περιβόητη «κοινοτική αλληλεγγύη» προς τη χώρα μας. Αυτό που αποδεικνύεται, όμως, για ακόμη μία φορά είναι η παντελής αδιαφορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατ’ ουσίαν δηλαδή του Διευθυντηρίου των ισχυρών κρατών-μελών που κινούν τα νήματα των κοινοτικών αποφάσεων, για την τύχη των λιγότερο ευνοημένων κοινωνικών στρωμάτων στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Η Ευρωπαϊκή Ένωση υπερηφανευόταν ανέκαθεν για τους θεσμούς κοινωνικής πολιτικής που οικοδομήθηκαν στα κράτη-μέλη της. Το λεγόμενο ευρωπαϊκό κοινωνικό πρότυπο αποτελεί ίσως τη σημαντικότερη διαφοροποίηση της Ευρώπης από το μοντέλο ανάπτυξης των ΗΠΑ, της Ιαπωνίας και της Κίνας. Αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης για όλους, σύνθετοι μηχανισμοί κοινωνικής ασφάλειας και προστασίας της εργασίας, κρατική μέριμνα για την ασφάλιση, την υγεία και την απασχόληση. Όλα αυτά, ωστόσο, φαίνεται σταδιακά να καταρρέουν.
Η Ευρώπη μεταμορφώνεται σταθερά από την ήπειρο των ανεπτυγμένων κοινωνικών κρατών στην Ευρωπαϊκή Ένωση του κοινωνικού ελλείμματος. Η εκχώρηση κυριαρχικών εξουσιών στον οικονομικό τομέα από τα κράτη-μέλη προς τα ενωσιακά όργανα δεν συνοδεύτηκε από ανάλογη μέριμνα για κοινοτικές παρεμβάσεις στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής. Τα κράτη-μέλη εμφανίζονται αποδυναμωμένα, ανήμπορα να διατηρήσουν τους μηχανισμούς κοινωνικής ασφάλειας. Η Ευρώπη της κοινωνικής ευημερίας μετατρέπεται σε Ευρώπη της ανεργίας και της κοινωνικής αναλγησίας. Κι αυτό αποτελεί, εκτός των άλλων, έναν σοβαρό παράγοντα απονομιμοποίησης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Σήμερα η ανεργία στην ευρωζώνη ανέρχεται, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, σε 10%, δηλαδή στα υψηλότερα επίπεδα από το 1998, και αυξάνεται διαρκώς. Στους νέους το ποσοστό της ανεργίας αγγίζει το 25%. Οι θέσεις μερικής απασχόλησης έχουν διπλασιαστεί την τελευταία τριετία. Η πραγματική ανεργία είναι σημαντικά υψηλότερη από αυτήν που εμφανίζουν τα επίσημα στοιχεία. Ο αριθμός των κοινωνικά αποκλεισμένων και όσων διαβιούν σε συνθήκες φτώχειας υπερβαίνει το 20% του πληθυσμού. Ακόμη και μια ενδεχόμενη κοινοτική ενίσχυση προς τις πλέον δοκιμαζόμενες οικονομίες της Ελλάδας, της Ισπανίας και της Πορτογαλίας δεν φαίνεται ότι θα επηρεάσει προς το καλύτερο τους κοινωνικούς δείκτες. Η Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διευθυντήριό της ενδιαφέρονται για οικονομική σταθερότητα και ανάπτυξη χωρίς κοινωνικό πρόσωπο. Η άκαμπτη ευρωπαϊκή απαίτηση για μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος, χωρίς αντισταθμιστικές κοινοτικές επενδύσεις, σε περίοδο οικονομικής κρίσης αναπόφευκτα θα εκτινάξει την ανεργία».

* Εκτιμάτε πως οι ψηφοφόροι ακολουθούν τυφλά τους κομματικούς μηχανισμούς ή τους επαγγελματίες της (τηλε)πολιτικής επικοινωνίας; Τι απαντάτε σε αυτούς που επαγγέλθηκαν την εξαφάνιση των ιδεολογιών;

– «Η κρίση και οι κερδοσκοπικές πιέσεις που ασκούνται στην ελληνική οικονομία καθιστούν επιτακτική την αντιμετώπιση χρόνιων παθογενειών, όπως οι οργανωτικές δυσλειτουργίες της Δημόσιας Διοίκησης, οι πελατειακές πρακτικές, η φοροδιαφυγή, το στρεβλό οικονομικό μοντέλο, τα φαινόμενα διαφθοράς, η ανορθολογική διάρθρωση του κοινωνικού κράτους και η φθίνουσα πορεία του εκπαιδευτικού συστήματος. Ωστόσο, κατ’ ουσίαν το σύνθημα «η κρίση ως ευκαιρία» χρησιμοποιείται ολοένα συστηματικότερα με τρόπο μονόπλευρο. Τα συμφραζόμενά του παραπέμπουν, εντέχνως, σε μια νεοφιλελεύθερη προσέγγιση των προβλημάτων. Όσο βαθαίνει η κρίση και εντείνονται οι πιέσεις από το ευρωπαϊκό Διευθυντήριο, τα αίτια της κρίσης αναλύονται με οικονομίστικους όρους.
Έτσι όμως η κρίση μετατρέπεται σε ευκαιρία χειραγώγησης της κοινωνίας, καταστρατήγησης βασικών κοινωνικών δικαιωμάτων και παράδοσης στρατηγικών δημόσιων λειτουργιών σε ιδιωτικά κερδοσκοπικά συμφέροντα, υπό την απειλή της πτώχευσης. Η ευκαιρία για καλύτερο κράτος μεταμορφώνεται σε μηχανισμό επιβολής του λιγότερου κράτους, της εργασιακής ανασφάλειας, της οριακής επιβίωσης, της εξουθένωσης των λιγότερο ευνοημένων κοινωνικών ομάδων.
Σε τελική ανάλυση, η κρίση δεν θα μπορούσε να αποτελεί ευκαιρία, εφόσον δεν συνοδεύεται από τη συγκρότηση ενός νέου πολιτικού λόγου, από τον οποίο να εμφορείται ο μετασχηματισμός του κράτους και της οικονομίας και να εμπνέεται η κοινωνία. Ένας τέτοιος λόγος θεμελιώθηκε το 1974 στο αίτημα για δημοκρατία, το 1981 στην αλλαγή, το 1996 στον εκσυγχρονισμό, ακόμη και το 2004 στην ψευδεπίγραφη επίκληση των «μεταρρυθμίσεων». Σήμερα ένας αντίστοιχος λόγος απουσιάζει και υποκαθίσταται από την «ψυχολογία της κρίσης» και τον φόβο της οικονομικής κατάρρευσης. Δυστυχώς, όμως, το ιδεολογικοπολιτικό κενό δεν μπορεί να καλυφθεί μόνο με συνθήματα του τύπου «η κρίση ως ευκαιρία». Μια τέτοια ευκαιρία είναι απατηλή. Εγκυμονεί τον κίνδυνο να μετατραπεί σε μηχανισμό νομιμοποίησης πολιτικών επιλογών που δεν συνάδουν ούτε με τις προγραμματικές δηλώσεις της σημερινής κυβέρνησης, ούτε καν με τις συνταγματικά κατοχυρωμένες εγγυήσεις του κοινωνικού κράτους δικαίου».